Πέμπτη 15 Μαρτίου 2012

ΔΙΑΚΟΠΕΣ: ΜΕΤΣΟΒΟ... ευφραίνει καρδίαν


Ταμπέλες, ταμπελίτσες, ταμπελάκια. Γκρίζα πέτρα, ξύλο και κεραμίδια στα χρώματα της φωτιάς. Πινελιές από πράσινο και λευκό στο φόντο. Και μετά γκλίτσες και κουδουνάκια και άλλα ταμπελάκια με υποσχέσεις για αχνιστά ψητά, βλάχικες πίτες και μαγειρευτά. Αρώματα από κλήματα και μυρωδικά και μετσοβόνε να κρέμονται στα μαγαζάκια. Και Κατώγι, μπόλικο Κατώγι στο χρώμα του ρουμπινιού.

Ένας φίλος επιμένει ότι το Μέτσοβο έχει κορεστεί. Οι εκατοντάδες ταμπέλες που αντικρίζεις μόλις πατήσεις το πόδι σου στην κεντρική πλατεία τον κουράζουν, του στερούν κάτι από την μαγεία του υπέροχου τοπίου. Δεν έχει κι άδικο. Τα ταμπελάκια πολλά, το ίδιο όμως και τα θέλγητρα. Και πρώτα απ’ όλα, η διαδρομή. Γιατί, μπορεί το ταξίδι να είναι μακρύ, αλλά οι παράδεισοι κόποις κτώνται, λέω εγώ. Κι αφού ανεβοκατεβείς βουνά και περάσεις από διάσελα, κι αφού μετανιώσεις καμιά δεκαριά φορές στη διαδρομή για τις ιδέες που σου ‘ρχονται στα καλά του καθουμένου και πολύ σε ταλαιπωρούν, φτάνει η ευλογημένη εκείνη τελευταία στροφή με την ομίχλη ετούτη που απλώνεται μπροστά σου και χωρά στην αγκαλιά της ολόκληρο το υπερμεγέθες χωριό των 4.000 και κάτι κατοίκων. Και η ψυχή σου τότε αγαλλιάζει. Έτσι απλά.

Για καλή σου τύχη δε, έφτασες καθημερινή. Η επέλαση των SUV αργεί ακόμη. Μπορείς να δεις τους γέροντες να ανταλλάσσουν στην πλατεία τα τελευταία νέα πριν τον απογευματινό καφέ, αν και μάλλον άδικα θα προσπαθήσεις να στήσεις αυτί. Τα βλάχικα δεν είναι για όλους και άμα είσαι νησιώτικης προέλευσης, όπως εγώ, θα προσπαθήσεις να πιάσεις σκόρπιες λέξεις στον αέρα με τα λιγοστά ιταλικά σου. Τζίφος! Ριξ’ το καλύτερα στο φαί, γιατί με τόση στροφή η όρεξη σου έχει ανοίξει επικίνδυνα. Και σίγουρα θα λιγουρεύεσαι εδώ και ώρα πρασοκεφτέδες και μοσχαράκι στη γάστρα και πίτα πισπιλίτα με τη τσουκνίδα της και τον τραχανά της και λαχανόπιτες τόνους και μπουρανί....

Και κάπου εκεί, την ώρα που είσαι έτοιμος να καταβροχθίσεις ολόκληρο το μενού-πρώτα στο χαρτί και ακολούθως κυριολεκτικώς- θυμάσαι τις ιστορίες για τις αρκούδες που εμφανίζονταν στην πλατεία και πιάνεις τα ετυμολογικά στο γκαρσόνι. «Αρκούδα ή βουνό» του λες κι εκείνος σε κοιτάει σαν από άλλο τόπο και πλανήτη. Ευτυχώς το πρώτο πιάτο έχει ήδη φτάσει και εσύ πιάνεις τις πιρουνιές και την οινοποσία, αφήνοντας αυτές τις απορίες σου για πιο πρόσφορο έδαφος. Στην πραγματικότητα και οι δύο ετυμολογίες ταιριάζουν γάντι στην περίπτωση: είτε από το Μέσο Βουνό-πέντε βρίσκονται γύρω γύρω, άλλωστε- είτε από τις σλάβικες λέξεις «μετς» και «όβο», που αντιστοιχούν στις «αρκούδες» και το «χωριό», όλα σωστά είναι.

Εν τω μεταξύ, έχεις ξαναπιάσει τις βόλτες και τα σούρτα-φέρτα γύρω από την πλατεία και περιεργάζεσαι τα ξυλόγλυπτα και τα υφαντά στα πέριξ μαγαζάκια. Λίγο πριν καταλήξεις με μια –υπέροχη κατά τα άλλα- γκλίτσα και αφού συνειδητοποιείς ότι οι ταμπέλες μια χαρά έχουν κάνει την δουλειά τους και καλά σου γκρίνιαζε ο αγαπητός ανώνυμος φίλος, αποφασίζεις ότι αν είναι να πάρεις κάτι ως ενθύμιο, ως γνήσιο κοιλιόδουλο ον οφείλεις να καταλήξεις με 3 μετσοβόνε, 2 κεφάλια μετσοβέλλες και 5 νταμιτζάνες Κατώγι στο πορτ μπαγκάζ, γιατί έχεις και πολλούς φίλους. Άλλο που μάλλον θα κατασκηνώσουν στο δικό σου ψυγείο. Και κάπως έτσι αποφασίζεις να αναβάλλεις τις αγορές σου για την επομένη που θα επισκεφθείς το Τυροκομείο και το Οινοποιείο Αβέρωφ.  Καλά θα κάνεις. Κράτα μόνο μικρό ποτήρι, γιατί μέχρι να αποφασίσεις ποιο κρασί θα διαλέξεις, κινδυνεύεις να φύγεις μεθυσμένος από το Οινοποιείο. Οι δοκιμές είναι δωρεάν, βλέπεις.

Λίγο πριν καταλήξεις στο ζεστό σου δωματιάκι, προλαβαίνεις να κάνεις μια επίσκεψη στο Λαογραφικό Μουσείο που στεγάζεται στο πιο όμορφο οίκημα του Μετσόβου, το Αρχοντικό Τοσίτσα, για να θαυμάσεις εκ των έσω το κτίριο του 1661, να δεις υφαντά, ξυλόγλυπτα και μετσοβίτικες φορεσιές, αλλά και μια σπάνια συλλογή εικόνων, όπως αυτές της λεγόμενης Κρητικής Σχολής. Και μετά να ονειρευτείς βουνά και λαγκάδια και επιθέσεις από γιγαντιαία τυριά κι όσα βάνει η ψυχή σου τέλος πάντων.

Η επόμενη μέρα θα σε βρει μπροστά στον χάρτη της περιοχής, όπου αφού στρίψεις το κέρμα καμιά δεκαριά φορές, αφού εξαντλήσεις το ά-μπε-μπα-μπλομ και άλλες αλάνθαστες μεθόδους ψύχραιμης και αξιοκρατικής επιλογής, το πιθανότερο είναι ότι πάλι δεν θα καταλήξεις. Ε, ένα κεράκι στην Αγία Παρασκευή ακριβώς πάνω στην πλατεία θα σε βοηθήσει όσο να πεις, άσε που είναι μιας πρώτης τάξεως ευκαιρία να θαυμάσεις το ξυλόγλυπτο τέμπλο και τα ψηφιδωτά μωσαϊκά της Ραβέννας που βρίσκονται εντός της εκκλησίας του 15ου αιώνα.

Τώρα έχεις να διαλέξεις ανάμεσα σε 2 χιονοδρομικά, στις απαιτητικές Πολιτσιές που απέχουν 4 χλμ. και το κοντινότερο Καρακόλι του Ιδρύματος Τοσίτσα (1,5 χλμ.) για να χορτάσεις σλάλομ. Αν πάλι η αγάπη σου για το χιόνι εξαντλείται στην κατασκευή χιονανθρώπων-ναι, για μένα μιλάω πάλι- ή ο καιρός δεν ευνοεί τα χιονοκαταδρομικά σου σχέδια, μπορείς πάντα να αφεθείς σε φυσιολατρικές διαδρομές και πεζοπορίες.  Όπως αυτή που καταλήγει στις πηγές του Αώου και την τεχνητή λίμνη που κατασκευάστηκε εκεί το 1987.  Όρεξη να ‘χεις να βολτάρεις γύρω από την λίμνη και ώρες να χαζεύεις από το παγκάκι που θα σε φιλοξενήσει τις οξιές και τα ρόμπολα, τα λευκόδερμα πεύκα που φυτρώνουν τριγύρω από την λίμνη.

Δεν σου κάνει καρδιά, αλλά αφήνεις τη λίμνη και επιστρέφεις στο Μέτσοβο για μια τελευταία βόλτα στον Αβερώφειο κήπο, για να δεις όλη σχεδόν την πανίδα της Ηπείρου σε μια μικρογραφία 10 στρεμμάτων και μια επίσκεψη στην Πινακοθήκη-ναι, σωστά μάντεψες, Αβέρωφ είναι και αυτή. Γιατί αν είσαι έστω και λίγο φιλότεχνος, η προοπτική να δεις από κοντά  Γύζη και Μόραλη και Παρθένη και Βολανάκη και Αλταμούρα και τόσους άλλους ακόμα, στην δεύτερη μεγαλύτερη συλλογή Ελλήνων ζωγράφων του 19ου - 20ου αιώνα μετά από αυτήν της Εθνικής Πινακοθήκης, θα ξεχάσεις και τα μετσοβόνε και το φλογάτο που δεν ήπιες και όλα. Και καθόλου δεν θα σε νοιάξει που βλέπεις ιστιοφόρα στο βουνό και αρκούδες πουθενά, μόνο από πέτρα.

Και κάπου εκεί, θα φύγεις θαμπωμένος και έτοιμος να ξαναγυρίσεις με την πρώτη ευκαιρία, γιατί τώρα πια καθόλου δεν θυμάσαι τα αντιαισθητικά ταμπελάκια ή τα τζιπ που άρχισαν να "μπουκάρουν" στον ειδυλλιακό οικισμό Παρασκευή βράδυ. Τίποτα από όλα αυτά δεν μένει στο μυαλό σου, παρά μόνον πως σε λιγότερο από 48 ώρες κατάφερες να γεμίσεις τις μπαταρίες σου και να χορτάσεις όλες τις αισθήσεις. Και ναι, άξιζε η διαδρομή και η ταλαιπωρία, θα πεις μόλις ξεκινήσουν πάλι οι πρώτες στροφές. Εξάλλου, μπορείς πάντα να επιλέξεις την δύσκολη, αλλά καταπληκτική διαδρομή μέσα από τα χωριά του Ασπροποτάμου, για να ευχαριστήσεις τους θεούς των βουνών μόνος σου για την ιδέα που είχες στα καλά του καθουμένου, όπως άλλωστε αρμόζει στην περίσταση.

Πως θα φτάσετε:

Υπάρχουν διάφοροι τρόποι να φτάσετε ως το Μέτσοβο. Από Αθήνα η απόσταση είναι περίπου 370 χλμ. που καλύπτεται περίπου σε 4,5 ώρες. Ακολουθώντας την διαδρομή μέσω της Ε.Ο. Αθηνών- Λαμίας, συνεχίζετε για Δομοκό, Καρδίτσα, Τρίκαλα, Καλαμπάκα και από εκεί Παναγιά και Μέτσοβο. Αν ακολουθήσετε την διαδρομή μέσω Ιωαννίνων, θα σας πάρει περίπου μια ώρα και κάτι επιπλέον για να φθάσετε, αλλά θυμηθείτε ότι μέσω Εγνατίας η απόσταση από τα Ιωάννινα καλύπτεται πλέον σε 20 περίπου λεπτά, οπότε η προοπτική να συνδυαστούν οι προορισμοί είναι ιδιαιτέρως δελεαστική. Τέλος, το Μέτσοβο απέχει από την Θεσσαλονίκη περίπου 150 χλμ. που μέσω της, σωτήριας, Εγνατίας καλύπτονται σε 2 ώρες και κάτι, ακόμη κι αν είστε... χαλαροί τύποι.